Φαρμακολογικό προφίλ των τρεχουσών φαρμακευτικών προσεγγίσεων για τη θεραπεία του COVID-19
Η πανδημία SARS-CoV-2 έχει προκαλέσει μία πρωτοφανή πίεση στο παγκόσμιο σύστημα υγείας. Μετά την εξάπλωση της νόσου COVID-19 και παρά τα αυστηρά μέτρα για τη δημόσια υγεία, η νόσος έχει καταστεί μία παγκόσμια κρίση για το σύστημα υγείας. Η θεραπεία των ασθενών είναι κυρίως υποστηρικτική, και τα φάρμακα τα οποία μελετώνται έχουν εντέλει βοηθητικό ρόλο. Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η υπέρμετρη φλεγμονώδης και ανοσολογική απόκριση, καθώς επίσης και οι βλάβες που προκύπτουν από το οξειδωτικό στρες διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη παθογένεση της νόσου COVID-19. Προς αυτή τη κατεύθυνση ποικίλοι φαρμακολογικοί παράγοντες έχουν χρησιμοποιηθεί.
Παράγοντες με αντιϊκή δραστηριότητα, όπως η χλωροκίνη και η υδροξυχλωροκίνη, η φαβιπιραβίρη, η λοπιναβίρη/ριτοναβίρη, η ρεμντεσιβίρη, η ριμπαβιρίνη και η ουμιφενοβίρη, ανοσορρυθμιστικοί παράγοντες, όπως οι ιντερφερόνες (α και β), οι αναστολείς της ιντερλευκίνης 6 (Tocilizumab και Sarilumab), οι αναστολείς της ιντερλευκίνης 1 (Anakinra), καθώς και οι αναστολείς των κινασών JAK και BAK, αποτελούν μερικά από τα φάρμακα με ένα δυνητικό ρόλο στη θεραπεία της λοίμωξης. Άλλες θεραπευτικές επιλογές, όπως τα στεροειδή (δεξαμεθαζόνη), η κολχικίνη και τα μονοκλωνικά αντισώματα, περιγράφονται ως δυνητικές θεραπείες σε αυτή τη μελέτη. Ενώ, οι αρχικές μελέτες έδειξαν τις χρήσεις υδροξυχλωροκίνης και χλωροκίνης στη θεραπεία των ασθενών με COVID-19, άλλες μεγάλης κλίμακας τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές επέδειξαν μία μειωμένη απάντηση των ασθενών στη θεραπεία με υδροξυχλωροκίνη και χλωροκίνη. Η φαβιπιραβίρη και η ρεμντεσιβίρη αποτελούν υποσχόμενες επιλογές προς τη θεραπεία αλλά περαιτέρω μελέτες χρειάζονται προκειμένου να αποδεχθεί η αποτελεσματικότητά τους. Η ρεμντεσιβίρη, αποτελεί έναν ενδεδειγμένο από τον F.D.A. παράγοντα ως προς τη λοίμωξη. Όσον αφορά τη ριμπαβιρίνη, μέχρι τώρα είναι διαθέσιμα μόνο in vitro που να υποστηρίζουν τη δραστικότητά του απέναντι στο ιό και το πιθανό όφελος/κίνδυνο στη θεραπεία της πνευμονίας που προκαλείται από τον ιό αποτελεί αντικείμενο διερεύνησης, ενώ η ουμιφενοβίρη δεν έχει κατορθώσει έως τώρα να επιτύχει σημαντική βελτίωση στην έκβαση των ασθενών με COVID-19. Άλλες θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν την ενδεχόμενη χρήση των ιντερφερονών στη θεραπεία της νόσου, η οποία σε γενικές γραμμές δεν υποστηρίζεται από το θεραπευτικό πλάνο της νόσου COVID-19, το οποίο είναι ενδεδειγμένο από το παγκόσμιο ινστιτούτο υγείας. Η τοσιλιζουμάμπη, ένας αναστολέας της ιντερλευκίνης 6, αποτελεί ένα μονοκλωνικό αντίσωμα με ένα δυνητικό ρόλο στη θεραπεία της λοίμωξης από τον SARS-CoV-2. To Anakinra, ένας αναστολέας της ιντερλευκίνης 1, αποτελεί ένα υποσχόμενο θεραπευτικό παράγοντα, ενώ οι αναστολείς των κινασών JAK και BAK, είναι καινούριες προσθήκες στη θεραπευτική φαρέτρα, με εξελισσόμενο προφίλ ασφάλειας. Πιο ειδικά, η χρήση της βαρικιτινίμπης (αναστολέας της JAK κινάσης) συστήνεται από 12 το θεραπευτικό πλάνο του παγκόσμιου συστήματος υγείας σε συνδυασμό με την ρεμντεσιβίρη για τη θεραπεία της νόσου σε νοσηλευόμενους μη διασωλημένους ασθενείς, όταν δε μπορεί να γίνει η χρήση κορτικοστεροειδών.
Νεότερες θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν τη χρήση του συνδυασμού bamlanivimab με etesevimab και carisivimab με imdevimab σε συγκεκριμένους ασθενείς, τα οποία αποτελούν μονοκλωνικά αντισώματα εγκεκριμένα από τον F.D.A. ως φάρμακα εκτάκτου ανάγκης. Τέλος, άλλες ελπιδοφόρες φαρμακευτικές επιλογές περιλαμβάνουν τη χρήση φαρμάκων με αντιφλεγμονώδη δράση, όπως η δεξαμεθαζόνη και η κολχικίνη. Οι μέχρι πρότινος ενδείξεις υποστηρίζουν την επιλεκτική χρήση των κορτικοστεροειδών και κυρίως της δεξαμεθαζόνης, κυρίως στις σοβαρές περιπτώσεις της νόσου.