CAR T-cell therapy σε υγρούς και στερεούς όγκους
Η CAR T cell θεραπεία αποτελεί ένα είδος ανοσοθεραπείας που κάνει χρήση συνθετικών, χιμαιρικών αντιγονικών υποδοχέων (CARs) επαναπρογραμματίζοντας έτσι την αντιγονική ειδικότητα των Τ λεμφοκυττάρων και τις λειτουργίες τους. Τα γενετικά αυτά τροποποιημένα Τ λεμφοκύτταρα αναπτύσσονται στο εργαστήριο και στην συνέχεια εγχέονται στον ασθενή, παρέχοντας του την δυνατότητα να καταπολεμήσει συγκεκριμένους τύπους ασθενειών, όπως ο καρκίνος. Η CAR T cell θεραπεία έχει επηρεάσει θετικά την προσέγγιση στην εξατομικευμένη αντικαρκινική θεραπεία, ειδικά σε αιματολογικές κακοήθειες, αλλάζοντας έτσι την οπτική στην θεραπεία βασισμένη σε Τ λεμφοκύτταρα. Η ανεξάρτητη συμπλέγματος μείζονος ιστοσυμβατότητας αναγνώριση των καρκινικών κυττάρων μέσω του CAR στην κυτταρική επιφάνεια των τροποποιημένων Τ λεμφοκυττάρων, έχει οδηγήσει στην ύπαρξη μιας πληθώρας μορίων στόχων για την θεραπεία μιας ευρείας γκάμας όγκων.
Η στόχευση του CD19, ένα μόριο κυτταρικής επιφάνειας που εκφράζεται στα φυσιολογικά Β λεμφοκύτταρα, καθώς και στις περισσότερες κακοήθειες Β κυττάρων, και του BCMA, το οποίο εκφράζεται σε διαφοροποιημένα Β λεμφοκύτταρα και καρκινικά πλασματοκύτταρα, επέφερε εξαιρετικά αποτελέσματα σε υποτροπιάζουσες ή ανθεκτικές μορφές καρκίνου, όπως λευχαιμίες, λεμφώματα και πολλαπλό μυέλωμα, παρουσιάζοντας υψηλά ποσοστά ολικής ύφεσης σε αρκετούς ασθενείς. Παρά τα θετικά αποτελέσματα σε αιματολογικές κακοήθειες, η CAR T θεραπεία συνοδεύεται και από σοβαρές τοξικότητες. Παρενέργειες, όπως το σύνδρομο απελευθέρωσης κυτοκινών και οι νευρολογικές τοξικότητες, αποτελούν μεγάλο κίνδυνο στην ασφάλεια του ασθενή μετα την έγχυση της θεραπείας. Παρ’ όλα αυτά, η μεταφορά της CAR T θεραπείας στην αγωγή των συμπαγών όγκων αποτελεί ακόμα μια δύσκολη πρόκληση λόγω της ετερογένειας που χαρακτηρίζει αυτούς τους όγκους, των φυσικών εμποδίων τους και της ιδιαίτερης ανοσοκατασταλτικής φύσης του μικροπεριβάλλοντός τους.